Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2009

Η μαύρη βούλα άλλη μια φορά ή πώς βάζουμε τέλος στην ηλεκτρονική παρενόχληση



Όταν ο Robert Louis Stevenson έγραψε το μυθιστόρημα «Το νησί των θησαυρών» για το θετό του γιο, μια ιστορία με πειρατές, κρυμμένους θησαυρούς, προδοσίες ανταρσίες και ανατροπές, μια ιστορία όπου κανένας δεν είναι αυτό που νομίζουμε από την αρχή, δεν έφτιαχνε μόνο ένα μυθιστόρημα ενηλικίωσης. Κάποιοι λένε ότι έγραψε μια αλληγορία για το θάνατο. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι παρουσίασε σε ένα αριστούργημα περιπέτειας μια σπουδή για  τους ηθικούς κανόνες της εποχής του. Τη ρευστότητα των αινιγματικών χαρακτήρων ακολουθεί η αμφισημία για  αξίες όπως η αφοσίωση, η ειλικρίνεια, η εγκράτεια, ο αλτρουϊσμός και όχι μόνο.


Συμφωνώ με αυτούς που ισχυρίζοναται  ότι το μυθιστόρημα αυτό αδικείται από τους χαρακτηρισμούς «παιδικό» ή εφηβικό, που του στερούν μια δικαιότερη αξιολόγηση και την συμμετοχή του  στον «κανόνα» της λογοτεχνίας για ενηλίκους. Από ότι φαίνεται όμως  στην εποχή μας είναι ακόμα πιο δύσκολο να ξεφύγεις  από προκαταλήψεις. Ένα μυθιστόρημα  με μονοπόδαρους πειρατές, με γάντζους, που κυκλοφορούν με ένα παπαγάλο στον ώμο και κρύβουν στο σεντούκι τους το χάρτη του θησαυρού αποτέλεσε βέβαια πρότυπο για πολλά άλλα του είδους του, αλλά περιόρισε την εμβέλεια που είχε το βιβλίο για τους αναγνώστες του μέλλοντος.




Υπάρχουν βέβαια και οι εξαιρέσεις, που με αφορμή τα σύμβολα και τα αντικείμενα του βιβλίου του Στήβενσον,  προχώρησαν σε διαφορετικές αφηγηματικές συνθέσεις, κρατώντας βέβαια τη δροσιά της έμπνευσης του συγγραφέα και αποδίδοντάς του τον απαραίτητο φόρο τιμής. Το βλέμμα τους όμως καταφέρνει να διεισδύσει στη δύναμη και το μεγαλείο των συμβολισμών αποκαλύπτοντας νέες πτυχές ή επιτρέποντας στον αναγνώστη του παρόντος να ξαναδιαβάσει το κείμενο  με την πρέπουσα προσοχή για να αποκαταστήσει μέσα του τη δύναμη των συμβόλων του κλασσικού αυτού μυθιστορήματος.


Και για να μη μακρηγορούμε, αναφέρομαι στη μικρή Χάριετ, την ηρωίδα της Donna Tart στο μυθιστόρημα The Little Friend (κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Λιβάνη με τον τίτλo «Ο μικρός φίλος» ). Η δωδεκάχρονη Χάριετ, υπερβολικά ώριμη για την ηλικία της, είναι υποχρεωμένη να παρακολουθεί τα Κυριακάτικα μαθήματα του κατηχητικού του κυρίου Ντάιαλ, που παρεμπιπτόντως είναι και τοκογλύφος και έχει στο χέρι τα σπίτια του μισού πληθυσμού του μιας μικρής πόλης του Μισσισσιπή όπου εκτυλίσσεται η ιστορία. Στο Μισσισσιπή άλλωστε γεννήθηκε και μεγάλωσε η συγγραφέας που στα είκοσι εννιά της χρόνια κέρδισε το κοινό με το πρώτο της βιβλίο, τη Μυστική Ιστορία.


Ο κύριος Ντάιαλ, που μαζί με την κατήχηση προσπαθεί να διδάξει στα παιδιά και τις βασικές αρχές της προτεσταντικής ηθικής και ολίγον διοίκηση επιχειρήσεων, αφού τους εξηγεί ότι ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής κήρυσσε την έλευση του Χριστού γιατί "είχε στόχους" , ζητά από τους μαθητές του να διατυπώσουν - ανώνυμα-  τους δικούς τους στόχους σε ένα κομμάτι χαρτί. Ενώ τα άλλα παιδιά κουτσοπροσπαθούν να ανταποκριθούν, η Χάριετ αποφασίζει να εκφράσει την οργή και το θυμό της απέναντι στον κύριο Ντάιαλ ζωγραφίζοντας – ανώνυμα φυσικά – σε ένα κομμάτι χαρτί μια μαύρη βούλα!


Κανείς δεν ξέρει τι σημαίνει αυτό το σύμβολο, ούτε φυσικά από ποιον προέρχεται. Το βέβαιον είναι ότι ο αποδέκτης του, ο κύριος Ντάιαλ έχει τρομάξει χωρίς να ξέρει ακριβώς το γιατί.

Το σύμβολο αυτό είναι για να τρομάζει, εξομολογείται στο φίλο της επιστρέφοντας σπίτι, η μικρή Χάριετ. Είναι η περίφημη «μαύρη βούλα» από το νησί των θησαυρών. Όποιος την παίρνει ζωγραφισμένη σε ένα φύλλο χαρτί, έχει κάθε λόγο να φοβάται. Η μαύρη βούλα σημαίνει – εξυπακούεται ότι αυτός που την παίρνει είναι πειρατής – ότι ο σύντροφοί του τον έχουν καταδικάσει σε θάνατο.


Στο τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου «Το νησί των θησαυρών», με τον χαρακτηριστικό τίτλο «η μαύρη βούλα», ο κύριος Μπίλυ Μπόουνς κρυμμένος στο πανδοχείο «ο Ναύαρχος Μπαίνμποου»- για να μην πάρει τη μαύρη βούλα – κεραυνοβολείται και πέφτει νεκρός τη στιγμή που ο αγγελιοφόρος, ένας «τυφλός» με ξύλινο μπαστούνι που τον αναζητεί παντού, του το βάζει βιαστικά στο χέρι. Το αίμα όλων παγώνει. Η αποθέωση του φόβου. Το μήνυμα ταυτίζεται με το περιεχόμενό του. Θάνατος!

Δεν υπάρχει κατά η γνώμη μου δραστικότερο απειλητικό σημείωμα από αυτό που πήρε ο Μπίλυ Μπόουνς. Για αυτό, εκατό περίπου χρόνια μετά την κυκλοφορία του βιβλίου (1883) η μαύρη βούλα, ως απειλητικό σημείωμα, επανέρχεται στη λογοτεχνία για να τρομάξει.


Η λογοτεχνία – η αστυνομική τουλάχιστον – είναι γεμάτη από περιπτώσεις απειλητικών σημειωμάτων – νομίζω ακόμα και η ‘Αγκαθα Κρίστι στο "Θάνατος στο Αββαείο" (με την επιφύλαξη της εξακρίβωσης. Ο εφημέριος πάντως είναι από αυτούς που παίρνουν σημείωμα)  περιγράφει μια τέτοια περίπτωση όπου οι πάντες σχεδόν παίρνουν απειλητικά σημειώματα με γράμματα κομμένα από τις σελίδες ενός βιβλίου ώστε να μην εντοπιστεί ο γραφικός  χαρακτήρας του δράστη, και όπου το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Όποιος παίρνει το σημείωμα τρομοκρατείται θανάσιμα.


Η δύναμη του μηνύματος με την απειλή είναι πανίσχυρη, ιδιαίτερα όταν είναι άγνωστος ο αποστολέας.

Στα αστυνομικά μυθιστορήματα, ο παραλήπτης έχει κάτι να κρύψει, ή έτσι τουλάχιστον μας αφήνει να πιστεύουμε ο συγγραφέας, αλλά όχι τόσο σημαντικό σε σχέση με την απειλή του υποτιθέμενου τιμωρού ή εκδικητή που στέλνει το μήνυμα. Στο τέλος, μαθαίνουμε τον αποστολέα, ένα άτομο αδύναμο και συνήθως ανισσόροπο, που κάποιος του χρωστάει κάτι από το παρελθόν. Κανείς δεν τον ή την συμπαθεί και δυσκολευόμαστε και να το λυπηθούμε το άτομο αυτό, που συνήθως τρελαίνεται ή αυτοκτονεί.

Η ιστορία με τα απειλητικά μηνύματα έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη φύση και στις περισσότερες φορές αποκαλύπτει, μια βαθύτατη αδυναμία και ανισορροπία αυτού που στέλνει το μήνυμα. Το μήνυμα, επειδή είναι ανώνυμο, έχει μεγαλύτερη δύναμη από την ίδια την απειλή την οποία περιέχει. Αν ξέραμε δηλαδή ποιος το γράφει, μπορεί και να βάζαμε τα γέλια.

Ετσι, η μικρή Χάριετ που έστειλε στον κύριο Ντάιαλ το σημάδι με την μαύρη βούλα, τον τρόμαξε για τα καλά. Όχι πως έχει βέβαια πρόθεση να τον σκοτώσει. Ο κύριος Ντ. δεν έχει διαβάσει το βιβλίο του Στήβενσον, δεν γνωρίζει τον κώδικα και δεν του περνά από το μυαλό κάτι τέτοιο. Αυτό που νιώθει είναι ο ακαθόριστος φόβος από την ανωνυμία και την ασάφεια του μηνύματος.

Ας αφήσουμε όμως για λίγο τη Χάριετ και τις ανησυχίες της και ας κοιτάξουμε λίγο πάνω από τον ώμο της Αλίκης την ώρα που κάθεται στον υπολογιστή της. Είναι έτοιμη να πληκτρολογήσει το συνθηματικό POS Parent over Shoulder για να ειδοποιήσει το συνομιλητή της από την άλλη πλευρά ότι δεν είναι μόνη στο δωμάτιο και να αλλάξουν θέμα συζήτησης.




Δεν θέλουμε να διαβάσουμε κρυφά τα μηνύματά που ανταλλάσσει με τους φίλους ή τις φίλες της. Όσο και αν αυτή νομίζει ότι αυτά δεν μπορεί να τα δει κανείς, εν τούτοις, καταγράφονται και με μια αίτηση στα γραφεία της Microsoft, μπορεί κανείς, αν έχει σοβαρό λόγο, να πάρει τυπωμένες τις συνομιλίες στα chat room. Λίγο πριν μπούμε στο δωμάτιο, ο Μαύρος Πήτ της έγραψε ότι είναι χοντρέλλα. Η Αλίκη δεν θέλει να μιλήσει για αυτό, δεν μπορεί να καταλάβει ποιος είναι αυτός ο «φίλος» που την πληγώνει έτσι για την εμφάνισή της. Της λέει κι άλλα που την κάνουν να νιώσει απελπισία. Δεν το περίμενε ότι αυτό το παιχνίδι στην παρέα θα γινόταν ο εφιάλτης της. Δεν υπάρχει βράδυ που να μην χτυπήσει ο Μαύρος Πητ και να μην της πει ότι θα αποκαλύψει σε όλους ότι είναι ηλίθια, πανάσχετη και κακάσχημη και ότι δεν υπάρχει αγόρι σε όλο τον πλανήτη που να ενδιαφερθεί για αυτήν.

Της λέει κι άλλα που η Αλίκη ντρέπεται να τα πει. Νιώθει τόσο άσχημα, σαν να φταίει που είναι στο chat. Και αν φτιάξει μια ιστοσελίδα και βγάλει τα άπλυτά της στη φόρα; Αυτό είναι η επόμενη απειλή. Μα πότε ένα δεκατριάχρονο κορίτσι να πρόλαβε να απογοητεύσει κάποιον τόσο πολύ που αυτός να νιώθει τέτοια μανία για εκδίκηση;

Δεν μπορεί να θυμηθεί και δεν έχει νόημα να φρικάρουμε όλοι και να αρχίσουμε να κάνουμε υποθέσεις για το αν φταίει η Αλίκη.

Δεν φταίει.

Και δεν της αξίζει αυτή η μεταχείριση ακόμα και αν το πρωί στο σχολείο απογοήτευσε κάποιον συμμαθητή της που ήταν ψιλοτσιμπημένος μαζί της. Μπορεί να μην συμβαίνει καν κάτι τέτοιο. Μπορεί απλά κάποιος, που δεν έχει κάτι καλύτερο να κάνει, να θέλει να σπάσει πλάκα μαζί της και αρχίζει αυτή την ιστορία. Μπορεί να είναι συμμαθητής της, μπορεί να είναι συμμαθήτριά της, μπορεί να είναι οποιοσδήποτε έχει πρόβλημα με τη ζωή του – γιατί για κάποιον άθλιο πρόκειται - που νομίζει ότι μπορεί να βασανίζει κάποιον εκφοβίζοντάς τον.

Τι μπορεί να κάνει η Αλίκη; Μα να το πει. Τόσο απλά. Το να καταγγείλει μια τέτοια συμπεριφορά δεν θα την κάνει καρφί. Αυτός που κάνει κάτι τέτοιο νομίζει ότι είναι αόρατος. Όμως και η ηλεκτρονική του διεύθυνση μπορεί να βρεθεί, αν η Αλίκη το θελήσει, και όλα όσα της έχει πει. Πρώτα από όλα μπορεί να κλείσει την πόρτα των μηνυμάτων της και να τον δηλώσει ανεπιθύμητο ώστε να μην μπορεί να της στέλνει μηνύματα.

Πρέπει όμως πρώτα από όλα να μην φοβάται. Ο φόβος είναι ο χειρότερος σύμβουλος.




Ποιος είπε ότι στα κορίτσια δεν αρέσουν οι ιστορίες με πειρατές; Άσε που υπήρχαν και κορίτσια πειρατές όπως η Γκρέης Ο Μάλεϋ, η Μαίρη Ρήντ και η κινεζούλα Τσέγκ Ι Σάο. Η Αλίκη μπορεί να πάρει μαθήματα θάρρους από αυτές γιατί αυτό που πρέπει να ξέρει ότι ο δειλός που δεν λέει το όνομά του και την απειλεί ποντάρει στον παράλογο φόβο της και θα τρίβει τα μάτια του από έκπληξη αν δει ότι η εκείνη δεν φοβάται.

Η Χάριετ, που έχει διαβάσει το νησί των θησαυρών θα της έλεγε ότι δεν είναι απαραίτητο να πεθάνεις άμα πάρεις τη μαύρη βούλα. Για παράδειγμα, στο κεφάλαιο 29 του βιβλίου με τίτλο «Η μαύρη βούλα, άλλη μια φορά», είναι ο ίδιος ο Τζον Σίλβερ που παίρνει το χαρτί με τη μαύρη βούλα από τους ναύτες του που θέλουν να κάνουν ανταρσία εναντίον του. Και τι κάνει ο καλός σου ο Τζον Σίλβερ. Παρατηρεί ότι το χαρτί όπου ζωγράφισαν τη μαύρη βούλα ήταν κομμένο από τη Βίβλο.

«Τόλμησαν να κόψουν σελίδα από τη Βίβλο; Αυτοί είναι τώρα καταραμένοι!»




Κανείς δεν είναι ανίκητος λοιπόν αρκεί να μην τον φοβάσαι. Όσο και να κρύβει τη δειλία του πίσω από την ανωνυμία, πάντα κάτι θα έχει κάνει που ή θα τον προδώσει - ούτως ή άλλως είπαμε δεν υπάρχει κάτι κρυφό για πάντα στο Ιντερνετ, ή θα αποκαλυφτεί ότι έκοψε τη «σελίδα» του από τη Βίβλο.


Πηγές εικόνων
Http://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/8/83/Wyeth-Black_Spot.jpg/180px-Wyeth-Black_Spot.jpg
http://farm2.static.flickr.com/1221/1398650814_49d9a235ab_m.jpg
https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEj-Zd7l9wzGkS5-K_58GGhoHmj0K7h9FsW6OUv3VOUu7xqg4UyBVOz70Q2FsKFfp4BxihI55vctyvTwvu36M7AVfNQyoFT3Wn0qYAIi6C3-PCJ8iICeFojDwyr-9q6C_i34C1fpbr0kcig/s400/WyethBones.jpg
http://christchurchcitylibraries.com/Kids/TreasureIsland/images/TreasureIsland.jpg
http://www.e-pix.com/ArtMuseum/TreasureIsland.jpg
http://www.nls.uk/rlstevenson/img/picture-e5.jpg
http://media.photobucket.com/image/grace%20o%20malley/kickiemickie/GraceO.jpg
http://personal.centenary.edu/~jhendric/con_lit/photo_Donna_Tartt2.jpg
http://images.intomobile.com/wp-content/uploads/2009/04/07-corbeau.jpg

Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2009

Η Αλίκη στο διαδίκτυο: Εδώ δεν είναι η χώρα των θαυμάτων



Επ’ αφορμή: Ο αξιότιμος κύριος Τσαρλς Ντόγκσον και το πάθος του για τις φωτογραφίες

Μας χωρίζουν εκατόν πενήντα χρόνια από την εποχή που ο κύριος Τσάρλς Ντόγκσον, ευρύτερα γνωστός σαν Λιούις Κάρολ, οικογενειακός φίλος των Λίντελ, με τη φωτογραφική του μηχανή που ονόμαζε Ιαγουάθα, δήλωνε ότι του αρέσει να βγάζει φωτογραφίες μικρών παιδιών.


΄Ηταν ένας χαρισματικός φωτογράφος από ότι φαίνεται. Το πανεπιστήμιο του Πρίνστον εξέδωσε ένα λεύκωμα με φωτογραφίες του το 2002, με τίτλο: Λιούις Κάρολ, ο φωτογράφος.



Τα παιδιά που επέλεγε να φωτογραφίσει ήταν παιδιά γνωστών του, οικογενειακών φίλων και το αγαπημένο του μοντέλο, η Αλίκη Λίντελ. Από τον φακό του Ιαγουάθα λοιπόν έχουμε τις περίφημες φωτογραφίες της Αλίκης, κάποιες από τις οποίες βρίσκονται σήμερα στην ψηφιακή συλλογή του Πανεπιστημίου του Τέξας.
Από τις εκδόσεις Άγρα, σε μετάφραση Τζένης Μαστοράκη, κυκλοφόρησε το 1982 το λεύκωμα «Γράμματα στα κοριτσάκια και φωτογραφίες».





 Εκεί ανθολογούνται φωτογραφίες κοριτσιών και η αλληλογραφία του μαζί τους. Οι μικρές του φίλες διαμαρτύρονταν γιατί έχανε το ενδιαφέρον του για αυτές όσο μεγάλωναν. Ο αξιότιμος κύριος Lewis Caroll, διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο, έπρεπε να παλέψει ακατάπαυστα και απελπισμένα όλη του τη ζωή με τον αναπόφευκτο ρου της ανάπτυξης που του έπαιρνε τη μια μικρή του φίλη μετά την άλλη. ΄Ετσι, ο αξιότιμος κληρικός, ήταν αναγκασμένος να ξαναβγεί στο κυνήγι κάθε φορά που οι φίλες του έμπαιναν στην εφηβεία.




Η παράξενη αγάπη του για τα μικρά κορίτσια, δεν είχε παραξενέψει τις οικογένειές τους, στην αρχή τουλάχιστον, μια και με τις ευλογίες τους γίνονταν οι περίφημες βαρκάδες στο ποτάμι. Κάποια στιγμή όμως οι σχέσεις της οικογένειας Liddell – πατέρας της ήταν ο περίφημος αρχαιοελληνιστής Henry Liddell που ήταν πρύτανης του κολλεγιου Christ Church του πανεπιστημίου της Οξφόρδης και ένας από τους συντάκτες του λεξικού Liddell Scot - με τον Lewis Caroll ψυχράνθηκαν χωρίς να ξέρουμε ακριβώς το λόγο. Από το ημερολόγιο του Lewis Caroll λείπουν οι σελίδες που αναφέρονται σε αυτή την εποχή.
Παρά την απόσταση που μας χωρίζει από τότε, κανείς δεν είναι αρκετά αθώος για να μπορεί να απωθήσει εντελώς την αμηχανία για αυτή τη συνήθεια, παρά το αναμφίβολα υψηλής αισθητικής αποτέλεσμα. Ένας γνωστός της οικογένειας, καθ'π όλα  αξιότιμος, σπουδαίος μαθηματικός,   κληρικός μάλιστα και συγγραφέας παιδικών βιβλίων, ανάμεσα σε αυτά και η περίφημη «Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων», ζητά την άδεια της οικογένειας να αφηγείται στο κοριτσάκι της ιστορίες και να το φωτογραφήσει…Φωτογραφίες γεμάτες τρυφερότητα αλλά και αισθησιασμό…Πώς να φάνταζε κάτι τέτοιο στα σεμνά ήθη της Βικτωριανής εποχής; Πώς φαντάζει αυτό σήμερα;

Ενδεχομένως η μετέπειτα ψυχρότητα της οικογένειας να οφείλεται σε αυτό.

Να θυμηθούμε την αντίστοιχη σκηνή από το βιβλίο της Ζυράννας Ζατέλη, «Με το παράξενο όνομα Ραμάνθυς Ερέβους, ο θάνατος ήρθε τελευταίος», όπου όταν πεθαίνει ο περιβόητος παιδεραστής του χωριού, οι γονείς των νεκρών κοριτσιών που ήταν θαμμένα στο νεκροταφείο, αποφασίζουν να ξεθάψουν τα κοριτσάκια τους για να τα σώσουν από τον κίνδυνο να πέσουν στα χέρια του, έστω κάτω από το χώμα. Η μικρή Αλίκη βέβαια έπεσε στην τρύπα του λαγού και βρέθηκε κάτω από τη γη, όπου την οδήγησε η φαντασία του Λιούις Κάρολ, αλλά τα κατάφερε μια χαρά εκεί στις περιπέτειές της.

Η Αλίκη επισημάνθηκε στο άλμπουμ του κ. Χ

Θυμήθηκα αυτή την ιστορία, παρά το ότι ακόμα και τώρα αισθάνομαι ότι δεν είναι σε απόλυτη απόσταση ασφαλείας από την εποχή μας, γιατί είναι το πρώτο παράδειγμα που μου έρχεται στο μυαλό όταν σκέφτομαι τις ομοιότητες και τις διαφορές της με διάφορες σημερινές καταστάσεις.


Ο απαρχαιωμένος Ιαγουάθα έχει αντικατασταθεί από ψηφιακές μηχανές που μπορούν τα ίδια τα παιδιά να χειρίζονται με ευκολία και να φωτογραφίζουν ότι θέλουν.


Η μνήμη μετριέται με γιγα – μπάιτ και φωτογραφίες των παιδιών μεταξύ τους ανεβαίνουν σε χώρους κοινωνικής δικτύωσης από τα ίδια τα παιδιά. Αθώες και ανυποψίαστες πόζες μικρών κοριτσιών και αγοριών που διασκεδάζουν κάνουν τον αξιότιμο κύριο Χ που είναι φίλος του φίλου του φίλου κάποιου από τα παιδιά, να σκύψει με ενδιαφέρον στην οθόνη του και να κοιτάξει ικανοποιημένος τη μικρή Αλίκη στο πιζάμα πάρτι της μεγαλύτερης αδελφής της. Δεν χρειάζεται να βγει για κυνήγι σήμερα, μια και μπορεί να χαζεύει (;) με τις φωτογραφίες της μικρής Αλίκης. Σήμερα ήταν η μέρα του. Μπορεί μάλιστα να της γράψει και ένα ενθαρρυντικό σχόλιο ότι είναι πολύ χαριτωμένο το φανελάκι της και πως και αυτή – η Βερόνικα – έχει ένα ίδιο. Γιατί σε αυτή την περίπτωση, η δεκαεπτάχρονη Βερόνικα που είναι η περσόνα που γράφει στην Αλίκη είναι ο κύριος Χ. Και αυτή τη φορά, δεν το ξέρουν οι γονείς της, όπως το ήξεραν οι γονείς της άλλης Αλίκης.

Δεν ισχυρίζομαι ότι ο κύριος Χ. θα συναντήσει τη μικρή Αλίκη που είδε τη φωτογραφία της στο διαδίκτυο. Το πιθανότερο είναι να μην τη συναντήσει.


Επομένως, τα πράγματα είναι εντάξει ως έχουν;


Ακόμα δηλαδή και αν δεν πρόκειται να κινδυνεύει από κάποιου είδους σεξουαλική κακοποίηση η μικρή Αλίκη , η ίδια και οι φίλοι της και φυσικά οι γονείς της πρέπει να αισθάνονται ότι δεν τρέχει τίποτε με μια τέτοιου είδους κατάσταση;



Αν υποθέσουμε δηλαδή ο κ. Χ. καθόταν στο παράθυρό του στη διπλανή πολυκατοικία. Φαντάζομαι ότι και η μικρή Αλίκη και οι γονείς της προσέχουν να κλείνουν το παράθυρο το βράδυ όταν ετοιμάζεται να κοιμηθεί και φοράει εκείνες τις περίφημες πιτζάμες που του αρέσουν. Είναι αδιανόητο δηλαδή να θεωρούν ότι μια οικογενειακή στιγμή αφορά οποιονδήποτε έξω από το σπίτι. Το παράθυρο του σπιτιού είναι κλειστό. Με την ίδια λογική και το πιτζάμα πάρτι έγινε με κλειστό παράθυρο. Ή μήπως όχι; Μήπως οι φωτογραφίες που ανέβηκαν στο ίντερνετ άνοιξαν το παράθυρο του σπιτιού για να μπορεί να βλέπει ο κ. Χ;

Ανάμεσα σε δυο κόσμους:


Η μικρή Αλίκη, η κάθε Αλίκη της εποχής μας φτιάχνει τις δικές της περιπέτειες στη χώρα των θαυμάτων. Αυτή τη φορά όμως είναι διαφορετικό το λαγούμι του λαγού ή ο καθρέφτης που αποτελεί το πέρασμα από τον ένα κόσμο στον άλλο.


Αρκεί ένα username και ένα Password για να γίνει το πέρασμα στην άλλη πραγματικότητα, στον εικονικό κόσμο του διαδικτύου. Ένα μέρος της ζωής της, σημαντικό – ίσως και δύο ώρες τη μέρα – θα το περάσει εκεί.

Ακόμα και οι κόσμοι των θαυμάτων έχουν νόμους και κανόνες. Και μπορεί κάποτε η βασίλισσα να ήθελε άδικα να της πάρουν το κεφάλι, μπορεί να ήπιε κάποτε ένα ποτό που να της μάκρυνε το λαιμό απότομα, αλλά όλα επέστρεφαν με σοφή οικονομία στην πραγματικότητα. Ο εικονικός κόσμος του ίντερνετ δεν είναι όμως ένα δημιούργημα της δικής της φαντασίας για να διασκεδάζουν αυτή και οι φίλες της. Online μπορεί και να είναι κι άλλοι, κι άλλοι, κι άλλοι που δεν τους βλέπει αλλά αυτοί την βλέπουν. Αυτό πρέπει να το θυμάται όταν κοιτάει από κλειδαρότρυπες νομίζοντας ότι κανείς δεν την βλέπει. Αυτός ο κόσμος, ο εικονικός, μπορεί να είναι θαυμαστός, αλλά δεν είναι η χώρα των θαυμάτων. Έχει πόρτες και παράθυρα που ανοίγουν και κλείνουν. Έχει επισκέπτες που είναι κάποτε απρόσκλητοι.


Ίσως τώρα που με ακούει να ετοιμάζεται να βάλει τα κλάματα. Πιστεύει ότι έτσι θα δημιουργήσει με τα δάκριά της μια τεράστια λίμνη και θα κολυμπήσει για να ξεφύγει. Μπορεί και να τα καταφέρει για άλλη μια φορά. Αυτό που πρέπει να θυμάται είναι ότι αυτός ο κόσμος του ιντερνετ είναι αλλιώς. Είναι τόσο πραγματικός όσο δε χωρά η φαντασία της μόνο που αυτή η πραγματικότητα είναι λίγο σαν όνειρο. Αυτό πρέπει να μην ξεχνάει και όλα θα πάνε μια χαρά.


«Η Αλίκη όμως άρχισε να βαριέται πολύ έτσι…»

 http://books.vres.gr/book.php?book_id=19575
http://www.hrc.utexas.edu/exhibitions/web/carroll/lc5.html

Πηγές εικόνων:
 http://press.princeton.edu/images/k7241.gif
http://www.sodabob.com/Photos/Photographers/Carroll/Alice_Liddell.jpg
http://www.hrc.utexas.edu/exhibitions/web/carroll/
http://www.newpartisan.com/storage/article-images-and-charts/taras/carroll2.jpg
http://www.alice-in-wonderland.biz/Alice_Liddell_flowers.jpeg
http://www.hrc.utexas.edu/exhibitions/web/carroll/lc5.html
 http://www.hrc.utexas.edu/exhibitions/web/carroll/lc4.html
http://nummynims.files.wordpress.com/2009/06/alice_lewis-carroll-06.jpg